Πλάκα Ονάσιλου

Στοιχεία Άλμπουμ

Κατηγορία: Δάλι
Ημερομηνία: 27/10/2017

Περιγραφή

Το Ιδάλιο βρίσκεται στην επαρχία Λευκωσίας, 17 περίπου χιλιόμετρα νότια της πρωτεύουσας, σε υψόμετρο περίπου 220μ. Καλύπτει μια έκταση 32 τετραγωνικών χιλιομέτρων, η οποία περιλαμβάνει δύο οικιστικές περιοχές, μια γεωργική, μια κτηνοτροφική και δύο βιομηχανικές ζώνες. Ο αριθμός των κατοίκων σήμερα ανέρχεται στις 12.000.

Σύμφωνα τώρα με την παράδοση, το Ιδάλιο ήταν ένα από τα Βασίλεια της Κύπρου. Ιδρύθηκε από τον ήρωα του Τρωϊκού πολέμου, Χαλκάνορα· του οποίου η καταγωγή ήταν από την πόλη Αμύκλαις, πλησίον της Σπάρτης. Έπειτα από την επιστροφή του από την Τροία, όπου είχε λάβει μέρος στην πολιορκία, αφήχθη στην Κύπρο, κοντά στη Σαλαμίνα. Εκεί πήρε χρησμό να οδεύσει με το στρατό του ως εκεί που θα δει τον ήλιο να ανατέλλει και εκεί ακριβώς να κτίσει την πόλη του. Έτσι ο Χαλκάνορας, φεύγει με τη συνοδεία του από την Έγκωμη/Αλάσια και φτάνει στο μέρος που ίδρυσε την πόλη του Ιδαλίου. Το έτος ίδρυσης της πόλης σύμφωνα με ευρήματα υπολογίζεται γύρω στο 1200 π.Χ.

Πριν το 12ο αιώνα π.Χ. στη νότια και νοτιοδυτική πλευρά του ποταμού, υπήρχαν συνοικισμοί της τελευταίας εποχής του χαλκού. Οι αρχαίοι τάφοι που αναβρέθηκαν, φανερώνουν ότι η πόλη του Ιδαλίου κατοικείτο συνεχώς από τον 12ο π.Χ. αιώνα,μέχρι το τέλος των Ρωμαϊκών χρόνων, περίπου το 400 μ.Χ. Από επιγραφές και νομίσματα προκύπτει επίσης το συμπέρασμα ότι στην πόλη του Ιδαλίου, κυριαρχούσε το Ελληνικό στοιχείο. 

Το σημείο που ήταν κτισμένη η πόλη του Ιδαλίου είχε μεγάλη σημασία. Ήταν κτισμένη με τέτοιο τρόπο, που κάλυπτε δυο λόφους προς τα νότια και την πεδιάδα από τα βόρεια προς την κοίτη του ποταμού Γιαλιά. Οι δύο λόφοι που κάλυπτε ήταν ένα φυσικό οχυρό και ο ποταμός· παράγοντας ζωτικής σημασίας για τους κατοίκους. Μεγάλη σημασία, εκτός του ποταμού και του έυφορου εδάφους, είχε και η γειτνίαση της πόλης με χαλκοφόρες περιοχές. Σε κάποιο στάδιο η επεξεργασία του χαλκού ήταν μια από της κύριες ασχολίες των κατοίκων.

Στους δύο λόφους βρισκόταν η ανατολική και δυτική ακρόπολη. Στην ανατολική ακρόπολη υπήρχε ο Ναός της Αφροδίτης και του Απόλλωνα Αμυκλαίου. Στη δυτική, που ήταν η κύρια ακρόπολη, υπήρχε ο Ναός της Αθηνάς, η οποία ήταν και η προστάτιδα Θεά της πόλης. Ο Ναός της Αθηνάς καταστράφηκε περίπου το 470 π.Χ. όταν η πόλη κατακτήθηκε από τους Φοίνικες βασιλείς του Κιτίου. Κάτω από τις δύο ακροπόλεις , προς τα βόρεια, απλωνόταν η πόλη που περιβαλλόταν από τείχη και υπολογίζεται ότι κάλυπτε μια έκταση γύρω στα 100 στρέμματα. Το αρχαιότερο μέρος των τειχών, υπολογίζεται ότι κτίστηκε κατά τη διάρκεια του 7ου - 6ου π.Χ. αιώνα. Σε άλλα σημεία της πόλης, υπήρχαν Ναοί, αφιερωμένοι σε άλλες θεότητες (αναφέρονται συνολικά 14).

Σύμφωνα με τη μυθολογία, η Αφροδίτη ερωτεύτηκε τον νεαρό Άδωνη, γιο του Δία και της Ήρας. Τότε ο Άρης, ο οποίος ήταν εραστής της Αφροδίτης, ζήλεψε, μεταμορφώθηκε σε αγριόχοιρο και σκότωσε τον αντίπαλό του Άδωνη, ενώ αυτός βρισκόταν στα δάση για κυνήγι.

Κατά την περίοδο βασιλείας του Στασύκυπρου η πόλη του Ιδαλίου πολιορκήθηκε από τους Κιτιείς (Φοίνικες) με τη βοήθεια των Μήδων (Πέρσες). Σημαντικό τεκμήριο που μαρτυρά την πολιορκία του Ιδαλίου από το Κίτιον, γύρω στα 470 π.Χ. είναι η περίφημη <<Πινακίδα του Ιδαλίου>>, μια χάλκινη πλάκα με εγχάρακτη επιγραφή στην Κυπροσυλλαβική γραφή, η οποία βρέθηκε στη δυτική ακρόπολη.  

Μέχρι τον 6ο - 5ο π.Χ. αιώνα, υπολογίζεται ότι στην πόλη του Ιδαλίου κατοικούσαν 8-10.000 κάτοικοι. Από το περιεχόμενο της πινακίδας συμπεραίνεται ότι η πόλη του Ιδαλίου διατηρούσε ένα είδους δημοκρατικού πολιτεύματος, όπου ο βασιλιάς διοικούσε μαζί με το Συμβούλιο των Αρχόντων, μέχρι την κατάκτηση της πόλης από τους Φοίνικες του Κιτίου γύρω στα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα. Μετά την κατάκτηση της πόλης από τους Φοίνικες, ακολούθησε το 312 π.Χ. και η κατάκτηση από τους Πτολεμαίους της Αιγύπτου, με βασιλιά τον Πτολεμαίο Α΄, ο οποίος κατάργησε όλα τα κυπριακά βασίλεια. Έτσι η Κύπρος, αποτέλεσε τμήμα του Πτολεμαϊκού βασιλείου και αργότερα επαρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Στη Ρωμαϊκή περίοδο, το Ιδάλιο αναφέρεται στις γραπτές πηγές ως κωμόπολις.

Στα Ρωμαϊκά χρόνια, δημιουργούνται μικρά ατομικά χωράφια και μεγάλες αγροτικές φάρμες, μέχρι τα πρώτα βυζαντινά χρόνια, όπου υπάρχουν πλέον οι <<πάροικοι>>, οι οποίοι καλλιεργούν τη γη για λογαριασμό του κράτους ή της εκκλησίας. Υπάρχουν και οι <<εναπόγραφοι>> που είναι υποχρεωμένοι να παραδίδουν τον καρπό της γης στους κυρίους της. Κατά τα μεταγενέστερα Βυζαντινά χρόνια, 800-1191 μ.Χ. οι μικροϊδιοκτήτες της γης απορρίπτονται. Στο στάδιο αυτό, υπάρχει μόνο η κρατική γη, η εκκλησιαστική, η μοναστηριακή και η γη των ευγενών. Κατά την εποχή των Βυζαντινών και Φράγκων, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι κάτοικοι της Κύπρου, ήταν οι επιδρομές από τους Σαρακηνούς, οι οποίοι σάρωναν τη Μεσόγειο και λεηλατούσαν τις πόλεις του τόπου. Συγκεκριμένα, κατά τον Λεόντιο Μαχαιρά, οι Σαρακηνοί έκαναν κατάληψη του Ιδαλίου το 1426 μ.Χ.

Από το 1191- 1489 μ.Χ. έρχονται στην Κύπρο οι Σταυροφόροι και οι Λουζινιανοί, οι οποίοι υιοθετούν το φεουδαρχικό σύστημα· βασισμένο στην κοινωνική τάξη και χωρίς ενδιαφέρον για τα ατομικά δικαιώματα. Την περίοδο αυτή, η γη μαζεύεται στα χέρια του Φράγκου βασιλιά, των ευγενών, των ιπποτών και της Λατινικής εκκλησίας. Έτσι, το 1474 μ.Χ. το Δάλι παραχωρήθηκε μαζί με άλλα χωριά, από τη βασίλισσα της Κύπρου Αικατερίνη Κορνάρο στον ευγενή Γεώργιο Κονταρίνι.

Ακολουθεί η Οθωμανική αυτοκρατορία, κατά την οποία παρατηρούμε αύξηση της εκκλησιαστικής και Μωαμεθανικής περιουσίας. Ο φόβος Ελλήνων και Τούρκων για αρπαγές, τους ώθησε να κάνουν δωρεές των κτημάτων τους προς τις εκκλησίες για να τα προστατεύσουν. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν η δημιουργία τσιφλικιών στην περιοχή, αφού ο Σουλτάνος έδινε εύφορες εκτάσεις σε διαπρεπείς στρατιωτικούς ή διοικητικούς από την Τουρκία.

Από το 1878 μέχρι το 1960, η Κύπρος βρίσκεται υπό Βρετανική κατοχή και το 1960 ανακηρύσσεται πλέον ΄΄Ανεξάρτητη Δημοκρατία΄΄. Το Ιδάλιο αυτή την περίοδο ήταν μεικτό χωριό, μέχρι το 1974, όπου γίνεται η τουρκική εισβολή και οι Τουρκοκύπριοι κάτοικοι εγκαταλείπουν το χωριό και μεταβαίνουν στις κατεχόμενες περιοχές του νησιού. Το Ιδάλιο αριθμεί 20 νεκρούς και αγνοούμενους από τις μάχες του 1963 και τον πόλεμο του 1974.